ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ
ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣΤΟΝ«ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΑ» ΚΑΛΒΟ ΣΤΗΝΚΕΡΚΥΡΑ
Ειναι αλήθεια πωςἡ κερκυραϊκὴ περίοδος τῆς ζωῆς τοῦ Ἀνδρέα Κάλβου (1792-1869) δὲν ἔχει µελετηθεῖ στὸν ἴδιο βαθµὸ µὲ ἐκείνην ποὺ προηγεῖται αὐτῆς. Μολονότι διήρκεσε εἴκοσι ἕξι ὁλόκληρα χρόνια (1826-1852), ἤτοι τὸ µεγαλύτερο διάστηµα ποὺ ξόδεψε ὁ ποιητὴς γιὰ τὴ διαµονή του σὲ ἕναν τόπο, καὶ εἶναι γεµάτη ἀπὸ πλούσια δραστηριότητα καὶ περιστατικὰ ποὺ σχετίζονται µὲ αὐτόν, πολλοὶ καλβιστὲς δείχνουν νὰ τὴν ἔχουν ὑποβαθµίσει, ἐνδεχοµένως διότι θεωροῦν πὼς ἐνδιαφέρει σχεδὸν ἀποκλειστικὰ τὸν βιογράφο του καὶ τὸν ἱστορικὸ τῆς ἐποχῆς. Καὶ ὅµως: µιὰ πρόχειρη, ἔστω, µατιὰ στὰ πνευµατικὰ δηµιουργήµατα, τὶς ἀκαδηµαϊκὲς καὶ διδακτικὲς ἐνασχολήσεις καὶ τὴν κοινωνικὴ παρουσία τοῦ Κάλβου αὐτῶν τῶν ἐτῶν, δὲν βοηθᾶ ἁπλῶς νὰ συµπληρωθεῖ ἡ εἰκόνα τῶν προγενέστερων χρόνων του, ἀλλὰ καὶ νὰ διαφανεῖ µιὰ ἀπὸ τὶς κυρίαρχες ὄψεις τῆς προσωπικότητάς του, αὐτὴ τοῦ ἐγκυκλοπαιδιστῆ λογίου, µὲ ποικίλα ἐπιστηµονικὰ ἐνδιαφέροντα.
Βέβαια, δὲν χρειάζεται νὰ φτάσει κανεὶς στὴν ἐν Κερκύρᾳ διαµονή του, προκειµένου νὰ διαπιστώσει τὴν πολυµέρεια τῶν πνευµατικῶν δραστηριοτήτων του. Ἀπὸ τὰ νεανικά του χρόνια στὴ Φλωρεντία, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὶς περιόδους ποὺ βρέθηκε στὸ Λονδίνο, στὴ Γενεύη καὶ στὸ Παρίσι, καταδεικνύονται ἡ εὐρύτητα τῶν διανοητικῶν του ἐπιδόσεων καὶ ἡ θαυµαστὴ πολυµάθειά του, παράγοντες ποὺ τοῦ ἐξασφάλισαν µιὰν ἱκανοποιητικὴ ἀναγνωρισιµότητα καὶ τὶς ἀπαραίτητες κοινωνικὲς διασυνδέσεις. Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ποὺ βρισκόταν δίπλα στὸν Ugo Foscolo(1778-1827), τὸν διάσηµο µέντορά του, εἶχε δείξει τὴ µεγάλη του ἔφεση γιὰ µελέτη καὶ µάθηση. Τὸ κύριο ἐπάγγελµα ποὺ ἐξάσκησε στὸ µεγαλύτερο διάστηµα τοῦ πολυτάραχου βίου του ἦταν ἐκεῖνο τοῦ δασκάλου, ἐνῶ, ἀπὸ πολὺ ἐνωρίς, ἐπιδόθηκε µὲ ζῆλο σὲ µιὰ σειρὰ ἀπὸ συγγραφικὲς καὶ πνευµατικὲς ἐνασχολήσεις: σύνθεση τραγωδιῶν, αἰσθητικῶν, γραµµατολογικῶν καὶ φιλοσοφικῶν δοκιµίων, ἐκπόνηση λογοτεχνικῶν καὶ θρησκευτικῶν µεταφράσεων, ἀνάµειξη σὲ θεολογικὲς συζητήσεις, γραµµατικὴ διδασκαλία, γλωσσικὲς µελέτες καὶ διαλέξεις, λεξικογραφικὰ καὶ φιλολογικοεκδοτικὰ ἐνδιαφέροντα, κριτικογραφία καὶ ἄλλη ἀρθρογραφία, σὲ τρεῖς κύριες εὐρωπαϊκὲς γλῶσσες (ἰταλικά, ἀγγλικὰ καὶ γαλλικά), προϋπάρχουν ἢ συµβαδίζουν χρονικὰ µὲ τὴν ἑλληνόφωνη ποιητικὴ δηµιουργία («Ἀπόσπασµα ἄτιτλου ποιήµατος», Ἐλπὶς πατρίδος [1819], Λύρα [1824], Λυρικὰ [1826]), ποὺ τοῦ προσπόρισε, τελικά, τὴ µεγαλύτερη δόξα.
Λίγο πρὶν φτάσει στὴν Κέρκυρα τὸ 1826, µπορεῖ νὰ ἔχει ἤδη γνωρίσει µιὰν πρώτη ποιητικὴ καταξίωση στοὺς φιλελληνικοὺς φιλολογικοὺς κύκλους τῆς Γενεύης, τῶν Παρισίων, ἀλλὰ καὶ τοῦ Λονδίνου, µπορεῖ νὰ τοῦ ἔχουν ἀναγνωριστεῖ, σὲ ἕναν βαθµό, οἱ διδακτικὲς καὶ πνευµατικές του ἱκανότητες, ἴσως νὰ ἔχει πληγεῖ ἀπὸ τοὺς διαδοχικοὺς χαµοὺς µάνας, πρώτης συζύγου καὶ κόρης, νὰ ἔχει πληγωθεῖ ἀπὸ τὸν χωρισµὸ µὲ τὸν Foscoloκαὶ νὰ µὴν ἔχουν εὐοδωθεῖ οἱ καρµποναρικές του ἐπιδιώξεις, ἀλλὰ ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση δείχνει νὰ ἔχει στεριώσει καὶ ἡ στόχευση τῶν στρατευµένων ὠδῶν του νὰ ἔχει ἐκπληρωθεῖ, καὶ ἑποµένως στὸ µυαλό του τριγυρίζει τὸ (ἀπὸ τὰ 1813) νεανικό του ὄνειρο: νὰ διδάξει τὴ µαθητιῶσα καὶ σπουδάζουσα νεολαία τῆς πατρίδας του. Μὲ τὸν λόρδο Guilford(1766-1827) γνωρίζεται ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς διαµονῆς του στὸ Λονδίνο (µάλιστα τοῦ ἔχει ἀφιερώσει στὰ 1819καὶ τὴν προµνηµονευθεῖσα ὠδή του µὲ τὸν σηµαδιακὸ τίτλο: Ἐλπὶς πατρίδος)· ἔτσι, ἡ ἵδρυση τῆς Ἰονίου Ἀκαδηµίας ἀπὸ τὸν φίλο καὶ συµπαραστάτη του τοῦ παρέχει τὴ µοναδικὴ εὐκαιρία νὰ ξαναγυρίσει στὰ πάτρια ἐδάφη καὶ νὰ δοκιµάσει τὴν ἐπαγγελµατικὴ τύχη του· ἐνῶ ἐπεξεργάζεται τὰ Λυρικά, γράφει (στὶς 7Ἀπριλίου τοῦ 1825) δύο γράµµατα, ἕνα στὸν Guilfordκαὶ ἕνα στὸν συµπατριώτη του κόµη Δηµήτριο Φωσκάρδη, ποὺ χρηµάτισε καὶ πρόεδρος τῆς Ἰονίου Γερουσίας (1828-1830), ἀπὸ τὰ ὁποῖα προκύπτουν ἡ ἔµµεση πρόσκληση τοῦ πρώτου πρὸς τὸν Κάλβο γιὰ νὰ διδάξει στὴν Ἀκαδηµία, ἀλλὰ καὶ ἡ παράκληση τοῦ ποιητῆ πρὸς τὸν δεύτερο νὰ µεσολαβήσει ὥστε νὰ βρεθεῖ µιὰ δουλειὰ γι’ αὐτὸν σὲ κάποιο ἀπὸ τὰ Δηµόσια Σχολεῖα τῆς Κέρκυρας. (Τὰ δύο αὐτὰ γράµµατα ἔχουν δηµοσιευτεῖ ἀπὸ τὴ Βασιλικὴ Μπόµπου-Σταµάτη, «Ἀπὸ τὴν ἀλληλογραφία τοῦ Γκύλφορντ µὲ τὸν Κάλβο καὶ τὸν Σολωµὸ» [στό:]Δελτίον τῆς Ἰονίου Ἀκαδηµίας, τ. Β΄, Κέρκυρα 1986[Ἀφιέρωµα στὴ µνήµη Λίνου Πολίτη. Κέντρον Ἐρεύνης καὶ Διεθνοῦς Ἐπικοινωνίας «Ἰόνιος Ἀκαδηµία»], σσ. 203-204, καὶ τοὺς Φ. Α. Δηµητρακόπουλο - Γ. Ἀνδρειωµένο, «Ἕνα ἀνέκδοτο γράµµα τοῦ Ἀνδρέα Κάλβου καὶ ἡ διασκέδαση µιᾶς πλάνης», περ. Ἡ λέξη, τχ. 138, Μάρτης-Ἀπρίλης 1997, σσ. 124-130.)
Καὶ πραγµατικά: σχεδὸν µὲ τὴν ἄφιξη τοῦ ποιητῆ στὸ νησὶ τῶν Φαιάκων, ὅλα δείχνουν νὰ παίρνουν τὸν δρόµο τους· µὲ τὴ βοήθεια τοῦ Guilford, ὁ Κάλβος ξεκινᾶ ἰδιωτικὰ µαθήµατα, ἐντάσσεται στὸ καθηγητικὸ προσωπικὸ τῆς Ἰονίου Ἀκαδηµίας ὡς καθηγητὴς τῆς γενικῆς καὶ ἐν συνεχείᾳ τῆς συγκριτικῆς φιλολογίας, ἀναγορεύεται διδάκτωρ τῆς Φιλοσοφίας καὶ ὁρίζεται ὑπεύθυνος γιὰ τὴν ταξινόµηση καὶ ἀξιοποίηση τῶν χειρογράφων τῆς συλλογῆς τοῦ «Ἄρχοντος τῆς Ἀκαδηµίας», µεταφράζοντας ταυτόχρονα στὰ γαλλικὰ τὴ µαθηµατικὴ πραγµατεία: Ἔρευνα περὶ τῆς φύσεως τοῦ Διαφορικοῦ Ὑπολογισµοῦ, τοῦ Ἰωάννη Καραντηνοῦ (1784-1834), Ἐφόρου τοῦ ἱδρύµατος καὶ Κοσµήτορα τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς του. Ὁ θάνατος, ὅµως, τοῦ Ἄγγλου φιλέλληνα καὶ προστάτη του τὸ φθινόπωρο τοῦ 1827καὶ οἱ οἰκονοµικὲς περικοπὲς στὴ λειτουργία τοῦ πανεπιστηµιακοῦ ἱδρύµατος τοῦ νησιοῦ, κατ’ οὐσίαν ἐξώθησαν τὸν Κάλβο σὲ παραίτηση ἀπὸ τὴν καθηγητική του θέση. Στὴν Ἰόνιο Ἀκαδηµία ἐπρόκειτο ὁ ποιητὴς νὰ διδάξει δύο ἀκόµη περιόδους (1836-1837καὶ 1840, στὴν ἕδρα τῆς Φιλοσοφίας), ἐνῶ χρηµάτισε καὶ διευθυντὴς στὸ Κερκυραϊκὸ Γυµνάσιο (Collegio Ionio) κατὰ τὸ 1841, παραιτούµενος ἀπ’ ὅλες τὶς προαναφερθεῖσες θέσεις, γιὰ διαφορετικοὺς κάθε φορὰ λόγους.
Κύρια ἀπασχόλησή του, καὶ κατὰ τὴν κερκυραϊκὴ περίοδο τῆς ζωῆς του, παρέµεινε ἡ διδασκαλία διαφόρων µαθηµάτων (ἑλληνικά, λατινικά, ἰταλικά, γαλλικά, ἀγγλικά, φιλοσοφικά, γεωγραφία, ἀστρονοµία, ἐνδεχοµένως καὶ ἑβραϊκά, ὅπως παραδίδουν οἱ βιογράφοι του), ἐνῶ, µεταξὺ ἄλλων, ἐργάστηκε γιὰ κάποιο διάστηµα ὡς συντάκτης στὴν Gazzetta degli Stati Uniti delle Isole Jonie, δραστηριοποιήθηκε γιὰ τὴ διάδοση τῆς µεταξοκαλλιέργειας στὴν Κέρκυρα, µέσῳ τῆς «Ἑταιρείας Μετάξης Κερκύρας» (1845-1847), καὶ κατὰ τὸ 1849συνέτασσε, ἀπὸ κοινοῦ µὲ τοὺς Πέτρο Βράιλα-Ἀρµένη (1812-1884), Σπυρίδωνα καὶ Ναπολέοντα Ζαµπέλη (1804-1896) καὶ Ἰωάννη Πετριτσόπουλο (1786-1853) τὴν ἐφηµερίδα Πατρίς, ὄργανο τοῦ Μεταρρυθµιστικοῦ Κόµµατος. Παράλληλα, συµµετεῖχε σὲ µιὰ σειρὰ ἀπὸ ἄλλες κοινωνικὲς δραστηριότητες φιλανθρωπικοῦ χαρακτῆρα (1841, 1842), συνυπέγραψε µὲ συναδέλφους του ἀπὸ τὴν Ἰόνιο Ἀκαδηµία ὑπόµνηµα γιὰ τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα (1837) καὶ συνέχισε νὰ ἐµπλουτίζει τὴν προσωπική του βιβλιοθήκη.
Τὰ χρόνια αὐτά, πέρα ἀπὸ λιγοστοὺς στίχους ποὺ ἔγραψε στὰ ἰταλικὰ γιὰ τὸ λεύκωµα κάποιας γνωστῆς του οἰκογενείας (1831) καὶ µιὰν ἀνταπόκριση ποὺ ἔστειλε γιὰ τὰ Ἰόνια Νησιὰ καὶ τὴν Κέρκυρα στὴ Revue Encyclopédique τῶν Παρισίων (1827), µελετοῦσε ἀδιάκοπα, ἐνεπλάκη σὲ διαµάχες περὶ µεγαλοφυΐας (1828) µὲ τὸν Γεώργιο Θεριανὸ (1775-1850) καὶ γιὰ θεολογικὰ ζητήµατα (1849) µὲ τὸν Ἀντώνιο Δάνδολο (1788-1863), ἐνῶ δηµοσίευσε στὸ περιοδικὸ Giornale di Legislazione, Giurisprudenza, Letteratura, Scienze e Varietà di utili conoscenze, ποὺ ἐξέδιδε στὴν Κέρκυρα ὁ Ἀριστείδης Κιαππίνης (1821-1856), τρεῖς συµβολὲς (µία ἰταλικὴ µετάφραση ἀποσπάσµατος ἀπὸ βιβλίο τοῦ περιηγητῆ Ignaz Pallme [1807-1877] γιὰ τὸ κλίµα τοῦ ἀφρικανικοῦ Κορντοφὰν [1845], ἕνα σύντοµο οἰκονοµολογικὸ ἄρθρο γιὰ τὴν ἀξία τῆς καλλιέργειας τῆς µετάξης [1845] καὶ ἕνα ἀπόσπασµα ἀπὸ τὸν Inno alle Grazie τοῦ Foscolo [1846]). Νὰ εἶχε ἐγκαταλείψει τὴν ποίηση ὁ Κάλβος, ἐνόσω ἀσχολιόταν µὲ δραστηριότητες σὰν καὶ τὶς πιὸ πάνω; Κανεὶς δὲν µπορεῖ νὰ τὸ ἀποκλείσει ὁλότελα, µολονότι δὲν ἔχουν βρεθεῖ συναφῆ τεκµήρια. Γιὰ τοῦτο, ἴσως θὰ πρέπει νὰ ἀποδοθεῖ ἡ δέουσα προσοχὴ σὲ ὅσα γράφει πρὸς τὸν Σπυρίδωνα Δὲ Βιάζη (1849-1927), στὶς 8 Φεβρουαρίου τοῦ 1881, ὁ Λευκαδίτης λόγιος Ἰωάννης Σταµατέλος (1822-1881): Ἀνέγνων µετ’ εὐχαριστήσεως τὴν βιογραφίαν τοῦ φίλου µου Κάλβου, µεθ’ οὗ εὐτύχησα καὶ νὰ συνευωχήσω ποτὲ ἐν Κερκύρᾳ εἰς τὸν οἶκον τοῦ µακαρίτου συµπολίτου µου Ἀθανασίου Πολίτου, καθηγητοῦ τῆς Χηµείας. Πολλάκις ὁ Κάλβος µοι ἀφηγήθη τὰ δεινοπαθήµατα τοῦ βίου του καὶ µὲ ἔλεγεν ὅτι ἀλλαχοῦ δὲν εὕρισκεν ἀνακούφισιν καὶ παρηγορίαν, εἰµὴ εἰς τὰς µαλακὰς ἀγκάλας τῶν Ἑλικωνιάδων παρθένων, µεθ’ ὧν ἀδιαλείπτως ἔχαιρε νὰ συνδαιτιᾶται (τὸ παράθεµα ἀπὸ τὸ µελέτηµα τοῦ Σπυρίδωνος Δὲ Βιάζη, «Ἀνδρέας Κάλβος», περ. Ἀκρίτας, ἔτος Β΄, τ. Δ΄, τχ. 26-28, Ὀκτώβριος-Νοέµβριος-Δεκέµβριος 1905, σ. 291).
Ὅλα αὐτὰ φανερώνουν, ἂν µὴ τί ἄλλο, ὅτι ὁ Κάλβος παρέµεινε πνευµατικὰ καὶ κοινωνικὰ ἐνεργὸς γιὰ τὸ συζητούµενο διάστηµα (ὅπως ἄλλωστε καὶ γιὰ τὴν τελευταία περίοδο τῆς ζωῆς του στὴ γηραιὰ Ἀλβιόνα [1852-1869], ὅπου συνέχιζε νὰ διδάσκει γλῶσσες καὶ Μαθηµατικά, στὸ Παρθεναγωγεῖο ποὺ ἵδρυσε ἡ δεύτερη σύζυγός του Charlotte Augusta Wadams [†1888] στὸ Louth τῆς Βόρειας Ἀγγλίας). Ὡς ἐπιστέγασµα καὶ ἀναγνώριση αὐτῶν τῶν συµβολῶν του, ἐκ µέρους τοῦ κερκυραϊκοῦ κοινοῦ, θὰ µποροῦσαν νὰ θεωρηθοῦν τὰ ποιήµατα ποὺ τοῦ ἀφιερώνονται στὰ 1840, ἐπὶ τῇ ἀναλήψει τῆς τελευταίας καθηγεσίας του στὴν Ἰόνιο Ἀκαδηµία, ἀπὸ τούς: T.S., «Per la nomina del signor Calvo a professore di Filosofia rationale nella Università Ionia. Ode Saffica» καὶT.Z., «All’ egregio professore Andrea Calvo eletto alla catedra di Filosofia nella Università Ionia. Sonetto» (δηµοσιευµέναστὴνGazetta degli Stati Uniti delle Isole Ionie, ἀριθ. 519, 23Νοεµβρίου / 5Δεκεµβρίου1840, σσ. 13καὶ14, ἀντίστοιχα), καθὼςκαὶἡπαµψηφεὶἐκλογήτουὡςµέλουςτῆςἈναγνωστικῆςἙταιρείαςΚερκύρας, στὶς8Ἰανουαρίουτοῦ1848.
ἈπὸτὶςπροαναφερθεῖσεςκερκυραϊκὲςδηµοσιεύσειςτοῦΚάλβου, ἀξίζεινὰσταθεῖκάποιοςσὲἐκεῖνεςποὺπαρουσιάζουνἐπιστηµονικό, θὰἔλεγεκανείς, χαρακτήρα, ἤτοιστὶςµεταφράσειςτοῦµαθηµατικοῦβιβλίουτοῦΚαραντηνοῦκαὶτοῦἀποσπάσµατοςἀπὸτὴνἐπίσκεψητοῦPallme στὸΚορντοφάν, καθὼςκαὶστὸσύντοµοοἰκονοµολογικοῦπεριεχοµένουἄρθροτουπερὶτῆςκαλλιέργειαςτοῦµεταξιοῦ, περὶτῶνὁποίωνγίνεταιδιεξοδικὸςλόγοςστὰσχόλιααὐτοῦτοῦτόµου, µιᾶςκαὶἀποτέλεσαντὸνπυρήνατῆςπαρούσαςἔκδοσης. Καὶτοῦτογιατί, ὅλατους, εἶναιἀπὸτὰκαλβικὰἔργαποὺδὲνἔχουνµελετηθεῖσυστηµατικά, ἂνκαὶἀφήνουννὰδιαφανοῦντὰἐγκυκλοπαιδικὰἐνδιαφέροντακαὶἡπολυµάθειατοῦποιητῆτῆςἈρετῆς– δεδοµέναγνωστὰκαὶἀπὸἄλλεςτουδραστηριότητες, ὅπωςὑποστηρίχθηκεπρωτύτερα.
Ξεκινώνταςἀπὸτὸγεωγραφικοῦπεριεχοµένουδηµοσίευµάτου, τὸὁποῖοκυκλοφόρησεἀπὸτὶςστῆλεςτοῦπρώτουτεύχουςτοῦἤδηµνηµονευθέντοςGiornale τοῦΚιαππίνη (1845), καὶποὺὅλοιἕωςσήµεραπίστευανὅτιἀποτελεῖἄρθροτοῦΚάλβουγιὰτὸΚορντοφάν, βασιζόµενοσὲσυναφὲςκείµενοκάποιουIgnazio Pallme, θὰεἶχενὰπαρατηρήσεικανεὶςπὼςὁποιητὴςδὲνκάνειτίποτεπερισσότεροἀπὸτὸνὰµεταφράσειἕναἀπόσπασµαἀπὸτὴδιεξοδικότερηἴσαµετότεπεριγραφὴτῆςἐνλόγῳπεριοχῆςτῆςἀφρικανικῆςἠπείρου, ἀπὸτὸνπροαναφερθένταΒοηµὸπεριηγητή, τὸὁποῖοσχετίζεταιµὲτὸἰδιότυποκλίµατης, ποὺδιέφερεσηµαντικὰἀπὸἐκεῖναποὺεἶχεγνωρίσειστὴζωήτουὁµεταφραστὴς (καὶπροφανῶςοἱΚερκυραῖοιἀναγνῶστεςτου). ΤὸἀντίστοιχοβιβλίοτοῦPallme εἶχεµὲνκυκλοφορήσειστὰ1843στὰγερµανικά, ἀλλὰµεταφράστηκεἀµέσωςστὰἀγγλικὰ (1844) καὶγνώρισεσηµαντικὴἀπήχησηστὸνδιεθνὴΤύπο. ὉΚάλβος, ἔχονταςζωηρὸἐνδιαφέρονγιὰζητήµαταΓεωγραφίας, ἀφοῦτὴνδίδασκε, µεταξὺἄλλωνµαθηµάτων, ὅπωςσηµειώνουνµαθητέςτου, καὶφιλοπερίεργοςκαὶφιλαναγνώστηςκαθὼςἦταν, στάθηκεἀπὸτὶςπρῶτεςσελίδεςτοῦβιβλίου, σὲκάτιποὺπαρουσίαζεκαθαρὰἐπιστηµονικὸἐνδιαφέρον, ὅπωςτὸκλίµατῆςχώραςαὐτῆς, καὶτὸµετέφρασεἀπὸτὰἀγγλικὰστὰἰταλικά. Ἡσυγκεκριµένηἀπόπειραφανερώνει, πέραἀπὸτὸνἐγκυκλοπαιδισµὸκαὶτὴνπολυµέρειατοῦΚάλβου, τὸἐνδεχόµενοεὖροςτῆςβιβλιοθήκηςτουκαὶτὰπλούσιαδιαβάσµατάτου.
Συνεχίζονταςµὲτὸτελευταῖοχρονικὰδηµοσίευµα, ἀφοῦτυπώθηκεστὸδεύτεροτεῦχοςτοῦµνηµονευθέντοςGiornale (1845), προξενεῖἐντύπωσηὄχιµόνοτὸγεγονὸςπὼςὁΚάλβοςἐπιχειρεῖνὰκαταδείξειτὰοἰκονοµικὰπλεονεκτήµαταποὺθὰεἶχανοἱΚερκυραῖοιἂνἐγκατέλειπαντὶςπαραδοσιακέςτουςἀγροτικὲςκαλλιέργειεςκαὶστρέφοντανπρὸςτὴσηροτροφία, ἀλλὰἡβαθιὰγνώσητῶνσυναφῶνἱστορικῶν, κοινωνικῶνκαὶἐµπορικῶνδεδοµένωνἀπὸἄλλεςπεριοχὲςτῆςΕὐρώπης, ἀκόµηκαὶτῆςἄρτιἀναγεννηθείσαςἙλλάδας, σχετικὰµὲτὴνἀνάπτυξητοῦκλάδου. Ὁποιητής, χρησιµοποιώνταςστέρεαἐπιχειρήµατακαὶπροβαίνονταςσὲπειστικοὺςἐπιστηµονικοὺς/οἰκονοµικοὺςὑπολογισµούς, καταφέρνεινὰἀποδείξειτοὺςσυλλογισµούςτουκαὶνὰπροχωρήσειἕναβῆµαπαραπέραἀπὸτὴνἱδρυτικὴδιακήρυξη, τὶςἐγκυκλίουςκαὶτὰφυλλάδιαµὲχρήσιµεςὁδηγίεςγιὰτοὺςἐπίδοξουςµεταξοκαλλιεργητὲςποὺκυκλοφορεῖἡ«ἙταιρείαΜετάξηςΚερκύρας», τὴνὁποίασυνδιευθύνει, ἀπὸτὰτέλητοῦ1845, µὲτοὺςκόµηΔηµήτριοΛάνδο, ἸωάννηΠετριτσόπουλοκαὶἈ. Γρόλλο. Ἐνδιαφέρον, ἀκόµη, ἔχειτὸὅτιµὲαὐτήτουτὴδραστηριότητα (καὶἑποµένωςµὲτὸοἰκεῖοἄρθροτου), ὁΚάλβοςἐµφανίζεταινὰἐνδιαφέρεταιγιὰµιὰνέουτύπουοἰκονοµικὴἀνάπτυξητῆςΚέρκυραςκαὶτοῦἩνωµένουΚράτουςτῶνἸονίωνΝήσων, προσαρµοσµένηστὰδεδοµένατῆςἐποχῆς, ἀλλὰκαὶστοὺςσχεδιασµοὺςτῆςΒρετανικῆςἉρµοστείας, ἀφοῦἤδηἀπὸτὸ1827εἶχεξεκινήσειτὴνπροσπάθειαγιὰδιάδοσητῆςσηροτροφίαςὁστρατηγὸςFrederick Adam (1781-1853), ὁὁποῖοςδιοίκησετὰἙπτάνησαἀπὸτὸ1824ἕωςτὸ1831. Ἄλλωστε, τὸσυγκεκριµένοἄρθρογράφεταιπὼςθὰἦταντὸπρῶτοἀπὸµιὰσειρὰπαρόµοιωνἐνηµερωτικῶνδηµοσιευµάτωντοῦΚάλβου, πράγµαποὺσηµαίνειὅτιἡἐρευνητικὴσκαπάνηἐνδέχεταινὰφέρειστὸφῶςκαὶἄλλαπαρόµοιακείµενατοῦποιητῆ.
Ἡσηµαντικότερη, ὡστόσο, ἐπιστηµονικὴσυµβολὴτοῦΚάλβου, ὄχιµόνοαὐτῶντῶνχρόνωνἀλλὰκαὶτοῦκαθόλουβίουτου, ὑπῆρξεἡγαλλικὴµετάφρασητῆςεὐσύνοπτηςµαθηµατικῆςπραγµατείαςτοῦφίλουκαὶσυναδέλφουτουκαθηγητῆστὴνἸόνιοἈκαδηµίαἸωάννηΚαραντηνοῦ, περὶτῆςφύσεωςτοῦΔιαφορικοῦὙπολογισµοῦ (Recherches sur la nature du Calcul Différentiel, Κέρκυρα1827). ΠρόκειταιγιὰἔργοποὺκαλύπτειµιὰσηµαντικὴπαράµετροτῶνἀνώτερωνΜαθηµατικῶν, γραµµένοἀπὸἕνανεἰδικὸπανεπιστηµιακὸκαθηγητή, ὁὁποῖος, καθὼςεἶναιγνωστό, πραγµατοποίησεσπουδὲςστὴνπερίφηµηÉcole Polytechnique τῶνΠαρισίων, εἰσήγαγετὴνπρωτοποριακὴγιὰτὴνἐποχὴγαλλικὴµαθηµατικὴσκέψηστὸνἰόνιο (καὶκατ’ ἐπέκτασηστὸνἑλληνικὸ) χῶροκαὶδηµιούργησεπλειάδαµαθητῶν. Ἡἀνάγνωσηκαὶκατανόησητῆςἐνλόγῳπραγµατείαςπροϋπέθετε (καὶφυσικὰπροϋποθέτει) τὴγνώσητῶνσυναφῶνἐννοιῶνκαὶτῶνοἰκείωνσυµβόλων– πολλῷδὲµᾶλλονἡµετάφρασήτηςσὲµιὰνἀπαιτητικὴεὐρωπαϊκὴγλώσσα, τῆςὁποίαςἡ (ἄριστη, ἔστω) γνώσηδὲνἦτανἀρκετὴἀπὸτὴνπλευρὰτοῦµεταφραστῆ, χωρὶςνὰσυνοδεύεταιἀπὸγνώσηπροχωρηµένωνΜαθηµατικῶν.
Ἀπὸ χρόνια εἶχε κινήσει τὴν περιέργεια τοῦ γράφοντος αὐτὴ ἡ ἀπόπειρα τοῦ Κάλβου. Ὡστόσο, στὴ σχετικὴ µὲ τὸ θέµα βιβλιογραφία δὲν εἶχε ἐπιχειρηθεῖ ὁ συστηµατικὸς συσχετισµὸς τοῦ πρωτοτύπου µὲ τὸ µετάφρασµα, µολονότι ἦταν γνωστὲς οἱ σχέσεις τῶν δύο ἀνδρῶν, καὶ ἰδίως ἡ ἐκτίµηση ποὺ ἔτρεφε ὁ Καραντηνὸς γιὰ τὸν Κάλβο, ἀφοῦ σχολίασε µὲ τὰ πλέον θερµὰ λόγια τὶς διδακτικὲς ἐπιδόσεις τοῦ ποιητῆ, ἐνῶ δὲν δίστασε νὰ ζητήσει καὶ τὴ συνδροµή του σὲ διαµάχη ποὺ ἀνέπτυξε µὲ τὸν Ἰταλὸ ἀρχιτέκτονα καὶ µαθηµατικὸ Giuseppe Zecchini Leonelli (1776-1847), τὸ καλοκαίρι τοῦ 1829. Καὶ ὅµως: ὁ συµβολισµὸς τοῦ ἑλληνικοῦ κειµένου διαφέρει σηµαντικὰ ἀπὸ ἐκεῖνον τοῦ γαλλικοῦ, ποὺ σαφῶς εἶναι πιὸ κατανοητὸς καὶ συµβατὸς µὲ τὰ µαθηµατικὰ δεδοµένα τῆς περιόδου (καὶ ἰδίως τοῦ περίφηµου Silvestre François Lacroix [1765-1843], ποὺ µεσουρανοῦσε τότε, ἀλλὰ καὶ ἄλλων ἐπιστηµόνων), ἡ ἀπόδοση τῆς ὁρολογίας εἶναι ἀπόλυτα ἀκριβής, παρὰ τὶς ἰδιοτυπίες στὴν ἔκφραση τοῦ Καραντηνοῦ, ἐνῶ πολλάκις ὁ µεταφραστὴς διαφοροποιεῖται στὴ χρήση ὅρων ἀπὸ τὸν συγγραφέα, ὅπου τὸ κρίνει ἀναγκαῖο, ὥστε νὰ ἐπιτευχθεῖ ἡ σαφήνεια καὶ ἡ ἀκρίβεια τῆς ἀπόδοσης στὴ γαλλικὴ γλώσσα. Ἔτσι, δὲν θὰ ἦταν ὑπερβολικὸ νὰ ὑποστηριχθεῖ ἡ ἄποψη πὼς τὸ γαλλικὸ κείµενο θὰ µποροῦσε κάλλιστα νὰ διαβαστεῖ ὡς πρωτότυπο (ἄλλωστε, ὡς τέτοιο τὸ διάβασαν καὶ οἱ µαθηµατικοὶ Jean Baptiste Joseph Fourier [1768-1830] καὶ Baron Georges Cuvier [1769-1832],ποὺ διαµόρφωσαν θετικὴ γνώµη γι’ αὐτό, ἀφοῦ ὁ Καραντηνὸς φρόντισε νὰ τὸ ἀποστείλει στὸν ἐν Παρισίοις διατρίβοντα λόγιο Κωνσταντῖνο Νικολόπουλο [1786-1841], γνώριµο καὶ θαυµαστὴ τοῦ Κάλβου, προκειµένου νὰ τὸ προωθήσει σὲ κύκλους εἰδικῶν στὴ γαλλικὴ πρωτεύουσα). Ἀποτελεῖ δὲ εὐτυχὴ συγκυρία τὸ ὅτι στὴν ἀνὰ χεῖρας ἔκδοση παρατίθεται ἐξειδικευµένη ἐργασία τοῦ µαθηµατικοῦ Δηµήτρη Πατσόπουλου, ἡ ὁποία διαφωτίζει τὰ πιὸ πάνω ζητήµατα.
Καὶ ἐδῶ ἐπανέρχεται ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ «σκοτεινὰ» καὶ ἀδιευκρίνιστα ζητήµατα τῶν καλβικῶν σπουδῶν: δεδοµένου ὅτι ἡ ἐξοι-κείωση µὲ ἀπαιτητικοὺς ἐπιστηµονικοὺς ὅρους καὶ χώρους προϋποθέτει, λογικά, µιὰν προγενέστερη σχετικὴ παιδεία, ποιοί
ἦταν οἱ φορεῖς ἐκεῖνοι καὶ ποιά τὰ πρόσωπα ποὺ µετέφεραν στὸν Κάλβο τὶς ἀναγκαῖες γνώσεις; Οἱ βιογράφοι τοῦ ποιητῆ, ἀλλὰ καὶ πολλοὶ µελετητές του, ἔχουν ὀρθὰ ἐντοπίσει τὶς ἐπιδράσεις τοῦ Foscolo στὴ διαµόρφωση τῆς λογοτεχνικῆς του φυσιογνωµίας. Πέρα, ὅµως, ἀπὸ αὐτό, ὅσα ἔχουν γραφεῖ γιὰ τὴν ἐκπαίδευση ποὺ ἔλαβε ὁ Ζακυνθινὸς βάρδος παραµένουν ἐν πολλοῖς ἀδιασταύρωτα καὶ κινοῦνται στὸν χῶρο τῆς εἰκασίας. Πάντως, ἀκόµη καὶ ἂν ὁ προσολωµικὸς Ἀντώνιος Μαρτελάος (1754-1819) στὴ Ζάκυνθο ἢ ὁ ἱεροµόναχος Γρηγόριος Παλιουρίτης (1778-1816) στὸ Ἑλληνοµουσεῖον τοῦ Λιβόρνου ὑπῆρξαν διδάσκαλοί του, δὲν ἐξηγεῖται τὸ πῶς ὁ Κάλβος ἀπέκτησε τόσο προχωρηµένες γνώσεις, τουλάχιστον στὰ Μαθηµατικά, στὴ Φιλοσοφία καὶ σὲ ἄλλες ἐπιστῆµες, χωρὶς νὰ ἔχει λάβει ἀνώτερη παιδεία. Οἱ κατὰ καιροὺς διατυπωθεῖσες ἀπόψεις καλβιστῶν γιὰ πιθανὴ φοίτηση τοῦ ποιητῆ στὰ Πανεπιστήµια τῆς Πίζας ἢ τῆς Φλωρεντίας ἢ σὲ ἀνώτερα πνευµατικὰ ἱδρύµατα τοῦ Λονδίνου δὲν ἔχουν ἐπιβεβαιωθεῖ. Τὰ µόνα στοιχεῖα ποὺ µαρτυροῦνται σχετικά, προέρχονται ἀπὸ µιὰν ἐπιστολὴ τοῦ Foscolo πρὸς τὸν Κάλβο, ἀπὸ τὸ εἰσαγωγικὸ σηµείωµα ποὺ ἀπευθύνει ὁ µνηµονευθεὶς Κωνσταντῖνος Νικολόπουλος στὸν µεταφραστὴ τῶν δέκα πρώτων καλβικῶν ὠδῶν Stanislas Julien (1797;-1873) καὶ ἀπὸ τὶς σελίδες τίτλου τῶν τελευταίων καλβικῶν θρησκευτικῶν µεταφράσεων.
Πιὸ συγκεκριµένα, σὲ γράµµα ποὺ στέλνει πρὸς τὸν νεαρὸ γραµµατέα του ὁ φηµισµένος συµπατριώτης καὶ µέντοράς του, ἀπὸ τὴ Γοτίγγη τῆς Ἑλβετίας, στὶς 17Δεκεµβρίου τοῦ 1815, τὸν παρακινεῖ κατ’ οὐσίαν νὰ βγεῖ ἀπὸ τὴ µετριότητα ποὺ τοῦ προσφέρουν οἱ τίτλοι τοῦ Ἀκαδηµαϊκοῦ τῆς Πιστοΐας καὶ οἱ ἀνάλογοι, καθὼς καὶ οἱ συνάδελφοί του Ἀρκάδες, µὲ τὸ νὰ µελετᾶ µὲ θέρµη τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες καὶ Λατίνους συγγραφεῖς, καθὼς καὶ καµµιὰ δωδεκαριὰ Ἰταλοὺς πεζογράφους καὶ ποιητές, θεωρώντας πώς, γινόµενος µαθητής τους, ἡ ἰδιότης αὐτὴ θὰ φανεῖ στὰ ἔργα του, κι ὅταν εἶναι καιρός, θὰ τοῦ κάνῃ περισσότερη τιµὴ ἀπὸ χίλια διπλώµατα Ἀκαδηµαϊκοῦ καὶ Ποιµενίσκου Ἀρκάδος (τὸ παράθεµα ἀπὸ τὸ µελέτηµα τοῦ Γεωργίου Θ. Ζώρα, «Ἀνδρέας Κάλβος (1792-1869)», περ. Νέα Ἑστία, ἔτος ΛΔ΄, τ. 68, Σεπτέµβριος 1960[ἀφιέρωµα: Ἀνδρέας Κάλβος (Ἡ ἐπιστροφὴ στὴν πατρίδα)], σ. 20). Ἀπὸ τὰ προηγηθέντα προκύπτει µὲν ἡ ἔφεση τοῦ ποιητῆ γιὰ ἀπόκτηση ἀκαδηµαϊκῶν τίτλων καὶ διπλωµάτων, µέσῳ τῆς ἐκλογῆς του ὡς µέλους σὲ διάφορες τοπικὲς ἰταλικὲς ἀκαδηµίες καὶ ἄλλες ἑταιρεῖες τῆς ἐποχῆς, ὄχι ὅµως καὶ ἡ συστηµατικὴ (ἰδίως ἡ ἐπιστηµονικὴ) κατάρτισή του. Ἀντιθέτως, ὁ ἀδελφὸς τοῦ ποιητῆ Νικόλαος, σὲ ἐπιστολὴ ποὺ στέλνει στὶς 10Δεκεµβρίου τοῦ 1818ἀπὸ τὴν Τεργέστη πρὸς τὸν Ἀνδρέα, ὁ ὁποῖος τότε βρίσκεται στὸ Λονδίνο, τοῦ ἐπισηµαίνει µὲ νόηµα πὼς µποροῦν καὶ οἱ δυό τους νὰ εἶναι εὐχαριστηµένοι ἀπὸ τὴν τύχη, ἀφοῦ αὐτὴ εἶναι ἀποκλειστικὰ καρπὸς τῶν δικῶν τους ἱδρώτων καὶ τῶν σπουδῶν, ποὺ κάνανε µόνοι τους, πράγµα ποὺ σηµαίνει ὅτι, τουλάχιστον ἕως τὴ στιγµὴ ἐκείνη, δὲν γνώριζε ὁ µικρότερος Κάλβος κάτι γιὰ ἀνώτερες σπουδὲς τοῦ ποιητῆ (καὶ αὐτὸ τὸ παράθεµα ἀπὸ τὸν Γ.Θ. Ζώρα, στὸ ἴδιο, σ. 34).
Ὁ Κωνσταντῖνος Νικολόπουλος, πάλι, ἀπευθυνόµενος πρὸς τὸν Julien καὶ διατυπώνοντας τὴ θετική του ἄποψη γιὰ τὶς ὠδὲς ποὺ περιέχονται στὴ Λύρα καὶ µεταφράζονται στὰ γαλλικὰ ἀπὸ τὸν συγκεκριµένο φιλέλληνα σινολόγο (1824), τὸν πληροφορεῖ, µεταξὺ ἄλλων, πὼς ὁ Κάλβος ἔχει πραγµατοποιήσει λαµπρὲς σπουδὲς στὸ γενέθλιο νησί του καὶ στὰ πιὸ ὀνοµαστὰ πανεπιστήµια τῆς Ἰταλίας, καθὼς καὶ ὅτι ἡ ἐπιθυµία του νὰ ἀποκτήσει νέες γνώσεις τὸν ὁδήγησε διαδοχικὰ στὴ Γαλλία, στὴ Γερµανία καὶ στὴν Ἀγγλία, καὶ παντοῦ βρῆκε δίκαιους ἐκτιµητὲς τῶν ἀρετῶν του καὶ τῶν ταλέντων του (ἡ µετάφραση τῶν χωρίων βασίζεται στὸ γαλλικὸ πρωτότυπο ποὺ παρατίθεται ἀπὸ τὸν Γεώργιο Θ. Ζώρα, «Ὁ Ἀνδρέας Κάλβος στὶς πρῶτες κριτικὲς (Κριτικὴ ἀνθολογία 1824-1889)», περ. Νέα Ἑστία, ὅ.π., σ. 118). Μολονότι δὲν εἶναι διασταυρωµένο ὅτι ὁ Κάλβος εἶχε κάνει τέτοιες σπουδὲς ἢ ὅτι εἶχε πραγµατοποιήσει ἕως τότε ἄξιες λόγου ἐπισκέψεις στὴ Γαλλία καὶ στὴ Γερµανία, δὲν θὰ πρέπει νὰ θεωρηθεῖ τελείως ἀναξιόπιστη ἡ µαρτυρία τοῦ Νικολόπουλου, ὅσο καὶ ἂν µὲ αὐτὰ ποὺ γράφει ἀποσκοπεῖ στὸ νὰ διεγείρει τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ µεταφραστῆ τοῦ ποιητῆ καί, ἐν προεκτάσει, τῶν Γάλλων ἀναγνωστῶν του. Ὅµως ποιά πανεπιστήµια ἦταν ἐκεῖνα στὰ ὁποῖα φοίτησε ὁ Κάλβος; Καὶ ποιές γνώσεις ἀπέκτησε ἀπὸ αὐτά; Μόνο ὑποθέσεις µποροῦν νὰ διατυπωθοῦν ὡς πρὸς αὐτὸ τὸ ζήτηµα, γιὰ τὸ ὁποῖο ἐνδέχεται ἡ µελλοντικὴ ἔρευνα νὰ ἀποκαλύψει σηµαντικὰ στοιχεῖα.
Τέλος, στὶς σελίδες τίτλων τῶν τελευταίων θρησκευτικῶν του µεταφράσεων: Περὶ Δογµάτων, Διοικήσεως καὶ Ἱερουργιῶν τῆς Ἀγγλικῆς Ἐκκλησίας, πονηµάτιον Κοσίνου Ἐπισκόπου Δυνέλµου... (1856) καὶ Ποία κατὰ τοὺς ἀρχαίους ἡ κυριαρχία τοῦ Πάπα· ὑπὸ Αἰδ. Ἰακ. Μερρίκου... (1861), ἀναφέρεται ὁ µεταφραστὴς ὡς διδάκτορας καὶ καθηγητὴς τῆς Φιλοσοφίας, καὶ παράλληλα ὡς µέλος διαφόρων φιλοσοφικῶν, ἐπιστηµονικῶν καὶ θρησκευτικῶν ἑταιρειῶν. Ὡστόσο, µολονότι οἱ πρῶτες ἰδιότητές του µποροῦν νὰ ἀποκωδικοποιηθοῦν, µένει νὰ διευκρινιστοῦν, πέραν τῆς Ἀναγνωστικῆς Ἑταιρείας, τὰ ὑπόλοιπα συναφῆ σωµατεῖα στὰ ὁποῖα ὑπῆρξε µέλος καὶ ἂν αὐτὸ σχετίζεται µὲ τίτλους ποὺ ἀπέκτησε ἀπὸ πανεπιστηµιακὲς σπουδές.
Ὁ Κάλβος, λοιπόν, αὐτοδίδακτος; Αὐτὸ φαίνεται νὰ ὑποστηρίζουν, µὲ τὰ ἕως τώρα εὑρήµατα, οἱ περισσότεροι µελετητές του. Καὶ ἴσως νὰ µὴν ἔχουν ἄδικο. Ἄλλωστε, στὴ διεθνὴ βιβλιογραφία ἔχουν ἐπισηµανθεῖ πολλὰ παραδείγµατα προσωπικοτήτων, ποιητῶν, λογίων, ἀκόµη καὶ ἐπιστηµόνων, µὲ αὐτὸ τὸ χαρακτηριστικό, τὸ ὁποῖο φαίνεται πὼς γνώρισε διάδοση, ἰδίως κατὰ τὸν 18ο αἰώνα. Τοῦτο δὲν σηµαίνει πὼς ὅλοι αὐτοὶ (συµπεριλαµβανοµένου καὶ τοῦ Κάλβου) δὲν ἔλαβαν κάποια παιδεία· µόνο ποὺ αὐτὴ δὲν συµβάδιζε µὲ τὴν τυπικὴ ἐκπαίδευση τῆς περιόδου ποὺ λάµβαναν ὅσοι εἶχαν τὴν οἰκονοµικὴ δυνατότητα καὶ πού, γενικότερα, τοὺς τὸ ἐπέτρεπαν οἱ περιστάσεις τοῦ βίου τους. Συνήθως διέθεταν τὴν εὐφυΐα νὰ ἀπορροφήσουν τὶς διδαχὲς ἄλλων λογίων, ὅταν εἶχαν τὴν τύχη νὰ τοὺς συναναστραφοῦν, ἐνῶ διάβαζαν ἀσταµάτητα βιβλία ποικίλου περιεχοµένου, ἐπισκεπτόµενοι διαρκῶς βιβλιοθῆκες, βιβλιοπῶλες ἢ γνωστούς τους ποὺ εἶχαν στὴν κατοχή τους διάφορα ἔντυπα. Παραταῦτα, ἡ πετυχηµένη ἐνασχόληση τοῦ Κάλβου µὲ ποικίλους τοµεῖς τοῦ ἐπιστητοῦ, πέρα ἀπὸ τὰ γράµµατα καὶ τὴν ποίηση, ὅπως τουλάχιστον ἡ Θεολογία, ἡ Φιλοσοφία καὶ τὰ Μαθηµατικά, ἐνδεχοµένως νὰ συνδέεται καὶ µὲ κάποιαν ἀνώτερης µορφῆς παιδεία ποὺ ἔλαβε, γιὰ τὴν ὁποία, ὡστόσο, δὲν ἔχουν σωθεῖ ἐπαρκῆ τεκµήρια, ὅπως σηµειώθηκε πιὸ πάνω.
Τὸ βέβαιο εἶναι πὼς ὁ Κάλβος ὑπῆρξε µιὰ πολυσχιδὴς προσωπικότητα, ἕνας «ἄνθρωπος τῶν γραµµάτων» µὲ ἀληθινὴ εὐφυΐα καὶ πραγµατικὴ ποιητικὴ φλέβα, ἕνας διανοούµενος ποὺ ἐπιδίωξε νὰ καταστεῖ ὁ ἀναγεννησιακοῦ τύπου homo universalisκαὶ παράλληλα ὁ homo doctusσὲ ἐπιστηµονικοὺς τοµεῖς ποὺ ἀναπτύσσονταν δυναµικὰ τὴν ἐποχή του. Δὲν ἦταν ἁπλῶς ἕνας σπουδαῖος ποιητὴς µὲ ποικίλα ἐνδιαφέροντα. Παρότι δὲν ἔµεινε στὴν ἱστορία ὡς λόγιος καὶ ἐπιστήµονας, ἔστω αὐτοδίδακτος, ἀλλὰ ὡς ποιητὴς τῶν εἴκοσι πρωτοποριακῶν ὠδῶν του, καλὸ εἶναι νὰ µὴν ὑποτιµῶνται οἱ ποικίλες πνευµατικὲς ἐπιδόσεις του, οὕτως ὥστε νὰ προσεγγίζεται ἡ περίπτωσή του συνολικὰ καὶ ὄχι ἐπιλεκτικὰ ἢ ἀποσπασµατικά. Μάλιστα, ἡ (δεδοµένη πλέον) καλὴ γνώση του τῶν Μαθηµατικῶν ἴσως θὰ µποροῦσε νὰ ἀνοίξει τὸν δρόµο µιᾶς νέας προσέγγισης τοῦ µετρικοῦ συστήµατος τῶν Ὠδῶν· ἡ αἴσθηση τοῦ γράφοντος εἶναι πὼς ἂν ἡ «Ἐπισηµείωσις», ποὺ ἐπιτάσσεται στὸ τέλος τῆς Λύρας, διαβαστεῖ ἀπὸ τὴν ὀπτικὴ γωνία τῶν ἀριθµητικῶν/µαθηµατικῶν ὑπολογισµῶν καὶ δεδοµένων της, ἐνδεχοµένως νὰ ἀποκαλυφθεῖ ἕνας πραγµατικὰ «ἄλλος» Κάλβος καὶ ὡς ποιητής.